Μία ειλικρινής προσπάθεια στην αυτοψυχανιαούλυση και αυτοχουρχουριτική...
Του Γάτου Ζηλιαρόπουλου
Όλα ξεκίνησαν κάπως έτσι. Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας γάτος και μια ψιψίνα. Ο γάτος ήταν ένας πολύ σοβαρός γάτος, όλη μέρα κυνηγούσε ποντίκια και άλλα τέτοια. Η ψιψίνα τον βοηθούσε και αυτή, αλλά κάποια στιγμή ο γάτος μας, θεώρησε πως μπορούσε να τα καταφέρει καλύτερα στο κυνήγι μόνος του και είπε στην ψιψίνα να κάτσει σπίτι με τα γατάκια τους... Αυτή δεν ήθελε να τον στεναχωρήσει και μια και είχε ήδη ψιλοβαρεθεί να κυνηγάει ποντίκια, έκανε όπως της είπε. Οι μέρες περνούσαν και η ζωή της ψιψίνας γινόταν ολοένα και πιο βαρετή. Ο γάτος τα δικά του. Η ψιψίνα προσπαθώντας να διασκεδάσει την ανία της το είχε ρίξει στις βόλτες. Ήταν κι ένας γάτος, άλλος, φίλος του δικού μας, ο οποίος ήταν και αυτός ψιλοαργόσχολος και η ψιψίνα μας, τον έπαιρνε μαζί της για παρέα και πήγαιναν για κεραμιδοτσάρκες.. Σύντομα ο γάτος μας, ένιωθε πως άκουγε συνέχεια το όνομα του άλλου γάτου, και πως η ψιψίνα του περνούσε περισσότερες ώρες με τον άλλον γάτο, παρά με αυτόν. Άσε που τελικά δεν τα κατάφερνε μόνος στο κυνήγι των ποντικιών, αλλά έτσι όπως τα κατάφερε είχε διώξει μόνος του, την μόνη πραγματική βοηθό του. Εκείνο το καλοκαίρι φυτεύτηκε στο μυαλό του γάτου μας το πρώτο σποράκι της ζήλειας. Ένας άλλος γάτος χαιρόνταν την παρέα της ψιψίνας του!
Μια μέρα, εκεί που έξυνε τα νύχια του, άκουσε κάτι στα κεραμίδια. Πήγε να δει τι ήταν, αλλά την τελευταία στιγμή άκουσε την ψιψίνα του να χουρχουρίζει ήδη εκεί και σκέφτηκε πως θα κοίταζε αυτή. Η γατίσια περιέργεια του δεν τον σταμάτησε όμως να κρυφακούσει και να καταλάβει πως η ψιψίνα του, χουρχούριζε με παρέα... Όταν κατέβηκε κάτω, την ρώτησε, ποιός ήταν στα κεραμίδια. Κανείς του είπε αυτή. Ένα κρύο σουβλερό νύχι του έξυσε την καρδιά. Η ψιψίνα του, του έλεγε ψέματα!
Από κει και πέρα τα πράγματα, πήραν την κάτω βόλτα, με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο γάτος μας έβγαινε συχνά στα κεραμίδια και καλούσε την ψιψίνα του, αλλά αυτή δεν τον άκουγε. Αυτός το έπαιρνε κατάκαρδα. Δεν καταλάβαινε πως σε μια τόσο μεγάλη πόλη, με τόσο πολύ θόρυβο, η ψιψίνα του δύσκολα θα τον ξεχώριζε ανάμεσα στους άλλους ήχους. Άρχισαν βέβαια να βγαίνουν κεραμιδοτσάρκες μαζί, αλλά τα πράγματα δεν ήταν όπως παλιά που ήταν νέοι γάτοι. Αυτουνού δεν του άρεσε η πολύ φασαρία, και στις μεγάλες γατοπαρέες που έβρισκαν, ο ένας του μύριζε και ο άλλος του βρώμαγε. Η ψιψίνα του από την άλλη που ήθελε να ξεσκάσει, γινόταν άμεσως το κέντρο της παρέας και της προσοχής. Ειδικά των άλλων γάτων...
Στην αρχή του γάτου μας, του άρεσε που η ψιψίνα του τραβούσε την προσοχή των άλλων γάτων. Ήταν ένα είδος προσοχής και σε αυτόν. Είχε δική του την ψιψίνα που λαχταρούσαν όλοι οι άλλοι. Το πρόβλημα ήταν πως τον είχαν πάρει και λίγο τα χρόνια, τον είχε πάρει και λίγο από κάτω, (τι λίγο δηλαδή, πάντα από κάτω ήταν, έπασχε από σύμπλεγμα μειωμένου νιάου!) και άρχισε να ανησυχεί. Η ψιψίνα του εν τω μεταξύ, έμοιαζε να μεθάει από το αίσθημα της ακαταμάχητης έλξης που ανέδιδε. Οι άλλοι γάτοι την τριγύριζαν ολοένα και ο γάτος μας φοβόταν την σύγκριση.
Άρχισε να δείχνει στην ψιψίνα του πως ζήλευε, αλλά δεν του έβγαινε καλά. Η ζήλεια ήταν ένα πρωτόγνωρο αίσθημα για αυτόν και δεν ήξερε ούτε πως να το χειριστεί, ούτε πως να το εκφράσει. Ανησυχούσε διαρκώς.
Κάποιο πρωί πήγε σπίτι τους και βρήκε τα γατάκια μόνα. Την ρώτησε αργότερα που πήγε και αυτή του είπε «βόλτα στα κεραμίδια!». Τα μάτια της είχαν γίνει σαν δύο μικρές γραμμές και κατάλαβε πως δεν τον έπαιρνε για περισσότερη κουβέντα. Εκείνο το βράδυ είχαν ραντεβού στην λέσχη των «βετεράνων ποντικοκυνηγών». Η ψιψίνα άργησε ομως πολύ να έρθει ενώ είχε φύγει νωρίς από το σπίτι τους. Την είχε δει ένας άλλος γάτος και του το είπε. Δεν του προσέφερε καμία εξήγηση για την αργοπορία της και αυτό ήταν άλλη μια κρύα νυχιά στην καρδιά του...
Περνούσε λοιπόν έτσι ο καιρός και τα πράγματα ολοένα χειροτέρευαν. Ο γάτος μας άρχισε να την κοπανάει και αυτός γιατί ένιωθε πως δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στην κατάσταση, και προτιμούσε την φυγή. Λάθος μεγάλο...
Μια μέρα προσπάθησε να μιλήσει στην ψιψίνα του να της ξηγήσει πως αισθάνεται, μα αυτη ούτε που ήθελε να ακούσει. Είχαν φτάσει στο στάδιο που κάθε του ναζιάρικο χουρχούρισμα, ακουγόταν σαν απειλητικό γρύλισμα στην ψιψίνα. Τα νύχια ήταν έτοιμα να βγούν!
Με πολλή επιμονή κατάφεραν κάποια στιγμή να έρθουν σε μια συνεννόηση. Μα ο γάτος μας ακόμη ζηλεύει... Θα του περάσει?
Η συνέχεια στο επόμενο
Αυτή η κάπως χιουμοριστική ιστορία, βασίζεται σαφώς σε μια αληθινή από το παρελθόν. Η μάλλον θα έπρεπε να πω βασίζεται σε πολλές γιατί τέτοιες ιστορίες διαδραματίζονται καθημερινά. Όσο για το ζηλιάρη γάτο? Του πέρασε. Του πέρασαν όλα για την ακρίβεια. Έμειναν τα γατάκια για ενθύμιο. Γνώρισε και μιαν άλλη... γάτα, δυό φορές πιο γάτα από την προηγούμενη και σκαρώσανε κι άλλα γατάκια...
Τους βλέπω τώρα από δω που κάθομαι. Είναι στην διπλανή στέγη, χαζεύουν το φεγγάρι μαζί και περιμένουν να σκάσει μύτη κάνα ποντίκι... Κεραμιδότσαρκα είχαν πάει χτες και πολύ την ευχαριστήθηκαν. Και ο γάτος ξεπέρασε και το σύνδρομο του μειωμένου νιάου... Πήρε τα πάνω του γενικώς...
τα χουρχουρητά τους ακούγονται ως εδώ...
Έβαλα τον τούρκο στο παρίσι για ευνόητους λόγους αλλά μετά είδα και το "είναι το γέλιο σου" και δεν μπορούσα να αντισταθώ...
Αν ήμουν τραγουδοποιός ένα ίδιο τραγούδι θα έγραφα για τα παιδιά μου. Μπράβο στον Λαυρέντη που το έγραψε για μας... Είναι και συμπαθέστατος τον είχα πετύχει στη συναυλία των Doors το 2004. Χρόνια του πολλά έστω και λίγο καθυστερημένα...
Ποίημα το γατοποστάκι σου!!! :)))
ΑπάντησηΔιαγραφή